Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κακῶς δέ σε λέγω

См. также в других словарях:

  • παραφθέγγομαι — Α 1. τροποποιώ κάπως την ομιλία μου, λέγω κάτι επί πλέον 2. αναφέρω κάτι «εν παρόδω» 3. μιλώ κακώς, έξω από το ορθό, λέγω ανοησίες 4. διακόπτω τον λόγο κάποιου 5. μιλώ ήπια, μειλίχια, σιγά 6. λέγω ανακριβή, ψευδή ή εσφαλμένα 7. εκστομίζω κάτι… …   Dictionary of Greek

  • ακούω — (Α ἀκούω) (νεοελλ. και ακούγω) 1. έχω την αίσθηση τής ακοής, αντιλαμβάνομαι με το αισθητήριο τής ακοής 2. αντιλαμβάνομαι κάτι με το αφτί, φθάνει στα αφτιά μου κάποιος ήχος 3. πληροφορούμαι, μαθαίνω κάτι άμεσα ή έμμεσα, γνωρίζω, «φθάνει κάτι στ’… …   Dictionary of Greek

  • ԴՍՐՈՎԵՄ — (եցի.) NBH 1 0641 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 10c, 11c, 12c ն. ԴՍՐՈՎԵՄ որ եւ ԴՐՍՈՎԵԼ. διασύρω, καταγινώσκω , καταγελάω, ὐβρίζω, κακούω, κακῶς λέγω, διαβάλλω distraho, detraho, irrideo, contumelia afficio,… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

  • ԴՐՍՈՎԵՄ — (եցի.) NBH 1 0641 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 10c, 11c, 12c ն. ԴՍՐՈՎԵՄ որ եւ ԴՐՍՈՎԵԼ. διασύρω, καταγινώσκω , καταγελάω, ὐβρίζω, κακούω, κακῶς λέγω, διαβάλλω distraho, detraho, irrideo, contumelia afficio,… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»